Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

Έλληνες στην υποσαχάρια Αφρική.

Η ελληνική παροικία του Καμερούν : Μια ζωντανή παρουσία.

(δημοσιεύτηκε στη μηνιαία παροικιακή εφημερίδα  "Το Φως της Ομογένειας", έτος 1, αριθμός φύλλου 1, Απρίλιος 2008, Αθήνα, σ.σ. 40-41).

Νίκος Α. Μεταξίδης


Είναι Κυριακή και ο καθεδρικός της Κοίμησης στην ελληνική κοινότητα του Yaoundé είναι γεμάτος από Καμερουνέζους, που αποτελούν και την συντριπτική πλειοψηφία των πιστών, από μερικούς Ορθόδοξους Λιβανέζους και ελάχιστους Έλληνες, κυρίως αυτούς που μπορούν να αφήσουν τις δουλειές τους. Ακολουθεί μια μικρή δεξίωση στην οποία παρευρίσκονται όσοι Έλληνες παρακολούθησαν τη λειτουργία, μεταξύ των οποίων ο κ. Γ. Κυριακίδης (ο παλαιότερος εν ζωή Έλληνας που ζει στο Καμερούν), η κυρία Χλόη Μπαλάνου (πρώην πρόεδρος της κοινότητας του Yaoundé), και λίγοι ακόμη μεταξύ των οποίων οι κύριοι Μπρίκας, Σκλαβουνάκης και Γιαννικάκης. Υπάρχουν επίσης και κάποια μέλη της ελληνικής ιεραποστολής που στελεχώνουν το σεμινάριο του Αγίου Μάρκου που λειτουργεί στην πόλη για την κατάρτιση των ντόπιων ιερέων. Όσο για την παρουσία της ελληνικής πολιτείας, ανύπαρκτη, με μόνη μια τυπική παρουσία του απερχόμενου πρέσβη μας.






Όμως η ελληνική παρουσία στην πόλη, αλλά και στο Καμερούν γενικότερα δεν είναι αυτή που βλέπει με μια πρώτη ματιά ο επισκέπτης που παρακολουθεί τη θεία λειτουργία την Κυριακή της 28ης Οκτωβρίου 2007, ημέρα της εθνικής επετείου της Ελλάδας. Μια σύντομη περιήγηση στο εμπορικό κέντρο της πόλης θα μας πείσει για το αντίθετο. Ο Έλληνας, και εδώ όπως και παντού όπου μετανάστευσε, ίδρυσε κοινότητα, εκκλησίες αλλά και κτίρια που στέγασαν τις επιχειρήσεις του και που του χρησίμευαν και ως κατοικία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Γιώργου Κυριακίδη που υπήρξε επίτιμος πρόξενος της Ελλάδας στο Καμερούν το διάστημα 1962-1972, τα κτίρια που έκτισαν οι Έλληνες στην πόλη αποτελούν το 65% των κτιρίων του εμπορικού κέντρου της. Σήμερα στο Καμερούν οι πιο γνωστές επιχειρήσεις είναι αυτές των Αρνόπουλου (Société ARNO) και Τσεκένη (Grands magasins Tsekenis) τόσο στο Yaoundé όσο και στη Douala, αλλά και άλλες με σημαντική συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας, όπως ενδεικτικά αναφέρουμε αυτές των Μπρίκα (έπιπλο και διακόσμηση εσωτερικών χώρων), ΖΑΡΑ (οικοδομικά υλικά, είδη κιγκαλερίας κτλ.), Ιακωβίδη (είδη κιγκαλερίας, λιπάσματα και προϊόντα φυτοπροστασίας, γεωργικός εξοπλισμός κτλ.), International Staval S.A. (υλικά οικοδομών και είδη σπιτιού), ALKO (είδη κιγκαλερίας, εργαλεία, ηλεκτρικά είδη κτλ.), J.Cambanis S.A. (ηλεκτρικά είδη, έπιπλα γραφείου, ηλεκτρογεννήτριες κτλ.), SIPAL (Super Market), Méditerranée (Restaurant). Οι επιχειρήσεις όμως που κυριαρχούν και σήμερα σε πολλές πόλεις του Καμερούν είναι οι μεγάλοι ελληνικοί φούρνοι (αρτοσκευάσματα, είδη ζαχαροπλαστικής, αναψυκτικά και ποτά, και σε κάποιες περιπτώσεις είδη μπακαλικής). Στο Yaoundé υπάρχουν οι φούρνοι Acropole, Calafatas, Centrale, Selecte και Selecte Plus, Takis, Elysée, που εφοδιάζουν με ψωμί το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης, μιας πόλης που παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της χώρας συρρέει σε αυτήν για αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και εργασίας. Στη Douala αντίστοιχα οι φούρνοι Zepol, COAF, Délice, Athénée, αλλά και σε μικρότερες πόλεις όπως, Nkongsamba (Parthénon), Sangmélima (boulangerie Nouvelle), Mbalmayo (Socratis), Ebolowa (Deli), Saa, Obala (Takis, T-RY), Ayos. Σήμερα οι Έλληνες που διαβιούν σε πόλεις του Καμερούν, εκτός Yaoundé και Douala, διατηρούν αποκλειστικά φούρνους, ενώ παλαιότερα ασχολούνταν με το γενικό εμπόριο, τις μεταφορές, την εκμετάλλευση της ξυλείας, αλλά και το εμπόριο του καφέ και του κακάο. Ένας μόνο Έλληνας ασχολείται με το κακάο παράλληλα με τον φούρνο του, ο Καλύμνιος Κοκκινίδης που είναι εγκατεστημένος με την οικογένειά του στην Sangmelima.














Η ελληνική παρουσία στο Καμερούν ξεκίνησε μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο με τους Έλληνες που ήρθαν με την ελληνοβρετανικών συμφερόντων εταιρεία Paterson Zochonis που κυριάρχησε στο εμπόριο ιδρύοντας υποκαταστήματα σε πολλές χώρες της δυτικής Αφρικής ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Έχουμε και μεμονωμένες περιπτώσεις όπως αυτή του Φωκά Οικονομίδη που βρέθηκε στην Αφρική με τη λεγεώνα των ξένων. Οι περισσότεροι ήρθαν μετά τη μικρασιατική καταστροφή μέσω Μασσαλίας που την εποχή εκείνη ήταν σταυροδρόμι για αυτούς που μετανάστευαν είτε προς την Αμερική και τον Καναδά, είτε προς την Αφρική. Αυτούς ακολούθησαν άλλοι που ήταν συγγενείς, φίλοι ή συντοπίτες τους. Δύο είναι κυρίως οι τόποι προέλευσής τους, η Μακεδονία (Δράμα, Καβάλα, Θεσσαλονίκη) και τα Δωδεκάνησα (κυρίως η Ρόδος). Οι περισσότεροι από τα μέρη αυτά βρέθηκαν από το 1930 και μετά, αλλά κυρίως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ήρθαν στο Καμερούν και αρκετοί Αιγυπτιώτες που εγκατέλειψαν την Αίγυπτο μετά το κύμα εθνικοποιήσεων που ακολούθησε το κίνημα του Νάσερ (1952). Επίσης ο κυπριακός αγώνας εναντίον των Άγγλων στα μέσα της δεκαετίας του 1950 έσπρωξε αρκετούς Κυπρίους προς την Αφρική, μεταξύ των οποίων κάποιοι ήρθαν στο Καμερούν.

Οι πρωτοπόροι ασχολήθηκαν με το γενικό εμπόριο, τις φυτείες (μπανάνες, καφέ), και το εμπόριο του κακάο. Επίσης μια προσφιλής δραστηριότητα των Ελλήνων ήταν οι μεταφορές μεταξύ των πόλεων. Από τους πλέον γνωστούς στο αντικείμενο αυτό ήταν ο Γιάννης Δεσποτάκης από τη Ρόδο. Αυτός έφερε επαγγελματίες οδηγούς από τη Ρόδο, που εργάστηκαν ως οδηγοί λεωφορείων. Οι κυριότερες διαδρομές ήταν Yaoundé – Obala, Yaoundé – Bafia, Yaoundé – Douala. Η οδήγηση την εποχή εκείνη ήταν δύσκολη και επίπονη, ιδιαίτερα την εποχή των βροχών, δεδομένου ότι οι δρόμοι δεν ήταν ασφαλτοστρωμένοι. Η κύρια ασχολία των Ελλήνων ήταν το εμπόριο. Πουλούσαν εμπορεύματα που εισήγαγαν οι ίδιοι, είτε που αγόραζαν από τους μεγάλους οίκους στην Douala. Η πόλη άλλωστε αυτή ήταν και η πρώτη που τους υποδέχτηκε και στην οποία πρώτα ίδρυσαν κοινότητα (1948), και εκκλησία (1959). Οι Έλληνες συμμετείχαν ενεργότατα και στη δημιουργία του αστικού ιστού πολλών πόλεων τις οποίες δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι δημιούργησαν (όπως το Kribi που ουσιαστικά δημιούργησε ο Κρητικός, από τους σημαντικότερους Έλληνες επιχειρηματίες στο Καμερούν). Έφτιαξαν τα μαγαζιά τους, στο πίσω μέρος των οποίων έφτιαξαν τις κατοικίες τους. Έκτισαν επίσης αποθήκες για τα εμπορεύματά τους. Η παρουσία τους έδινε ζωή σε όλες αυτές τις πόλεις. Από τις πόλεις ξεκινούσαν για τις γύρω επαρχίες όπου αγόραζαν ντόπια προϊόντα όπως το κακάο, πουλώντας τα δικά τους προϊόντα (ρούχα, υποδήματα, σαπούνια, οικιακά σκεύη, φωτιστικό πετρέλαιο, εργαλεία, τσιγάρα κτλ.). Η αγορά του κακάο για τους εξαγωγικούς οίκους (σημαντικοί από τους οποίους ήταν και ελληνικοί, όπως του Κρητικού, του Μαυρομάτη, του Μικέ, του Χριστοδουλίδη κ.ά.) γινόταν κατά 90% από Έλληνες. Σταδιακά μετά την ανεξαρτησία της χώρας (1960) το δημόσιο, θεωρώντας ότι οι ενδιάμεσοι αυτοί έμποροι πλούτιζαν σε βάρος των ντόπιων πληθυσμών ίδρυσε κρατικούς οργανισμούς συλλογής των προϊόντων (κακάο, καφέ, φοινικέλαιο, μπανάνες κτλ.). Η κρατική παρουσία αρχικά και η μετέπειτα απελευθέρωση της αγοράς - μετά από τις παρεμβάσεις των διεθνών οργανισμών – από τη δεκαετία του 1990, οδήγησαν σε μαρασμό τις δραστηριότητες αυτές και σε απομάκρυνση τους Έλληνες. Ο μαρασμός των πόλεων, που ακολούθησε την φυγή των Ελλήνων αλλά και η πτωτική πορεία των δραστηριοτήτων αυτών στις οποίες κυριαρχούσαν παλαιότερα, αποδεικνύει έμπρακτα ότι η παρουσία των Ελλήνων στις περιοχές αυτές έφερνε ευημερία παρά τις κατηγορίες για το αντίθετο.




Οι Έλληνες των μικρών αυτών πόλεων ήταν οι πρώτοι που εγκατέλειψαν τη χώρα. Αυτό οφειλόταν κυρίως στο γεγονός ότι με την απομάκρυνσή τους οι μεγάλες εταιρείες εμπορίας προϊόντων, συμπαρέσυραν και σημαντικό αριθμό Ελλήνων προμηθευτών τους που αγόραζαν τα εξαγώγιμα ντόπια προϊόντα για λογαριασμό τους. Μια άλλη αιτία απομάκρυνσης σημαντικού αριθμού Ελλήνων ήταν η έλλειψη ενδιαφέροντος από την ελληνική πολιτεία να ιδρύσει γυμνάσιο και λύκειο. Στο Yaoundé λειτουργούσε στο χώρο της ελληνικής κοινότητας δημοτικό σχολείο, ο τελευταίος δάσκαλος του οποίου ήταν ο παπάς Γεώργιος Βακωνάκης. Η έλλειψη δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ώθησε πολλούς Έλληνες να στείλουν τα παιδιά και τις συζύγους τους στην Ελλάδα, και με την κρίση στο κακάο και τον καφέ, αποφάσισαν πολλοί από αυτούς να γυρίσουν μόνιμα στην Ελλάδα.
Παρά την μικρή πια αριθμητική τους παρουσία στο Καμερούν (150 περίπου Έλληνες ζουν σήμερα στη χώρα, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1970 έφταναν του 2800) οι Έλληνες εξακολουθούν να «φαίνονται» με τα έργα τους. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε την κατασκευή πεζοδρομίων που δημιουργεί η εταιρεία ΖΑΡΑ για λογαριασμό του δήμου του Yaoundé συμμετέχοντας έτσι ενεργά στον καλλωπισμό της πόλης. Έχουμε την εταιρεία EDOK – ETER Cameroun S.A. η οποία αναλαμβάνει δημόσια έργα (κατασκευή δρόμων, γεφυριών κτλ.) και συμμετέχει έτσι στη δημιουργία αξιόπιστων υποδομών στο εσωτερικό της χώρας από το 1974 και που στις μέρες μας δραστηριοποιείται ως Παντεχνική Α.Ε. και Όμιλος Παντεχνική ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ. Έχουμε ακόμα τουλάχιστον δυο δεκάδες ελληνικών φούρνων που συμμετέχουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή των πόλεων στις οποίες λειτουργούν, όχι μόνο γιατί αποτελούν τόπους συνάντησης, δίνοντας ζωή και ασφάλεια στις συνοικίες στις οποίες δραστηριοποιούνται, όχι μόνο διότι προσφέρουν ποιότητα και ποικιλία προϊόντων σε προσιτές τιμές (δεδομένου ότι συμμετέχουν στη συγκράτηση των τιμών των αρτοσκευασμάτων παρά τις μεγάλες ανατιμήσεις στα άλευρα και τις άλλες πρώτες ύλες), αλλά και γιατί δίνουν εργασία σε μεγάλο αριθμό υπαλλήλων αλλά και πρακτόρων που εμπορεύονται το ψωμί τους στις πιο απομακρυσμένες περιοχές των πόλεων, αλλά και στα γύρω χωριά.

Συμπερασματικά καταλήγουμε στο γεγονός ότι ο Έλληνας προσφέρει, με τις δραστηριότητές του, στις χώρες που τον υποδέχονται – όχι οπωσδήποτε σε βάρος των δικών του συμφερόντων – αλλά το έργο του καθίσταται ακόμα δυσκολότερο αφού είναι μόνος, χωρίς την ενεργή - όπως θα έπρεπε - υποστήριξη της ελληνικής πολιτείας, που, ενώ είναι ιδιαίτερα καλή στα λόγια, ουδεμία υποστήριξη οιασδήποτε μορφής (θεσμική, ηθική ή και υλική) προσφέρει, σε μια παροικία που ζει και δραστηριοποιείται ενεργά σε ένα περιβάλλον με πολλές ιδιαιτερότητες και σημαντικότατες δυσκολίες όπως είναι αυτό της υποσαχάριας Αφρικής .

                                           

Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Πτυχίο στα οικονομικά (πανεπιστήμιο Μακεδονίας),DEA (πανεπιστήμιο Paris 2),διδακτορικό δίπλωμα (τμήμα οικονομικών επιστημών του πανεπιστημίου Θεσσαλίας), δεύτερο διδακτορικό δίπλωμα (τμήμα ανθρωπογεωγραφίας του πανεπιστημίου Michel de Montaigne - Bordeaux 3). Μ'αρέσουν τα ταξίδια, οι ήχοι και οι μυρωδιές του κόσμου. Θέλω να μοιραστώ μαζί σας την αγάπη μου για την Αφρική.